- ὑπερηγορία
- ὑπερηγορ-ία, ἡ,A defence, Thom.Mag.p.318R.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ὑπερηγορία — ὑπερηγορίᾱ , ὑπερηγορία defence fem nom/voc/acc dual ὑπερηγορίᾱ , ὑπερηγορία defence fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπερηγορίᾳ — ὑπερηγορίᾱͅ , ὑπερηγορία defence fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υπερηγορία — ἡ, Μ [ὑπερηγορῶ] συνηγορία για χάρη κάποιων, υπεράσπιση … Dictionary of Greek
ὑπερηγορίας — ὑπερηγορίᾱς , ὑπερηγορία defence fem acc pl ὑπερηγορίᾱς , ὑπερηγορία defence fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπερηγορίαν — ὑπερηγορίᾱν , ὑπερηγορία defence fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)